Προηγούμενα ΑΝΟΜΗΜΑΤΑ

Για προηγούμενα ...ΑΝΟΜΗΜΑΤΑ, κάνετε κλικ εδώ.

Χαράλαμπος Μαυρίδης ή Ρώσος

Χαράλαμπος Μαυρίδης ή Ρώσος

Χαράλαμπος Μαυρίδης ή Ρώσος

 

Ο Χαράλαμπος Μαυρίδης, ο επονομαζόμενος και "Ρώσος", ήταν ταλαντούχος τραγουδιστής του ρεμπέτικου, αλλά με περιορισμένη δισκογραφία, λόγω προσωπικών θεμάτων... Έπαιζε καλό μπουζούκι και διασκέδαζε την παρέα του, που φαίνεται να τον λάτρευε. Από τις περίπου 35 ερασιτεχνικές ηχογραφήσεις του που διασώθηκαν (και που η οικογένειά του έθεσε -ευγενικά και σεμνά- στη διάθεσή μου), βγαίνει το συμπέρασμα ότι ο Χαράλαμπος Μαυρίδης γνώριζε πολύ καλά το ρεμπέτικο, αλλά και το δημοτικό τραγούδι. Το βιογραφικό της παρούσας παρουσίασης, καθώς και οι φωτογραφίες προέρχονται από την οικογένειά του και οι ευχαριστίες μου είναι αυτονόητες! 

 

         Η δισκογραφία του Χαράλαμπου Μαυρίδη στις 78 στροφές


Εγώ ρεμπέτης ήμουνα (Χρυσίνη-Τούντα), Μαυρίδης-Κηρομύτης

Πιο πέρα από το Τζάνειο (Χιώτη), Μαυρίδης-Στράτος Παγιουμτζής, 1940

     
Θα πάω να ζήσω στα βουνά (Τσιτσάνη), Νταίζη Σταυροπούλου-Μαυρίδης, 1940
                                                                                      

 

Δεξιά, ο Χαράλαμπος Μαυρίδης με το αγαπημένο του μπουζούκι (1970;) και αριστερά, με έναν φίλο του (ο φίλος στα δεξιά της φωτογραφίας), γύρω στα 1940

 

Ο Χαράλαμπος Μαυρίδης («Ρώσος») γεννήθηκε τον Ιούλιο του 1922 στον Πόντο και ήρθε στην Ελλάδα μόλις λίγων μηνών. Σχετικό έγγραφο δείχνει ότι βαπτίστηκε στην Κασταμονή και η νονά του ονομαζόταν Παπάζογλου Βηθλεέμ. Στη ζωή του για βιοπορισμό άσκησε το επάγγελμα του ράφτη. Οι περιστάσεις της ζωής τον έστρεψαν στη ρεμπέτικη μουσική (αυτοδίδακτος στο μπουζούκι) αλλά και στην ρεμπέτικη ζωή, ήδη από την εφηβεία του. Είναι αξιοπρόσεκτο να καταγραφεί ότι  προπολεμικά -ο ίδιος το ανέφερε, αλλά δεν κατέστη δυνατό να διασταυρωθεί-, είχε συναντηθεί σε πίστα κέντρου της Θεσσαλίας με τον Τσιτσάνη, όπου είχε βρεθεί, ο Μαυρίδης Χ., έχοντας φύγει -όντας μόλις έφηβος- από την Αθήνα, υπό το βάρος σοβαρών οικογενειακών καταστάσεων και για την επιβίωσή του. Κατά τα λεγόμενά του σε μεγάλη πια ηλικία, μια μέρα του 1939 μάλλον, σε ηλικία δηλαδή 17 χρόνων, πήρε το μπουζούκι του και πήγε απρόσκλητος στην Columbia. Παρόντος του Σκαρβέλη, όπως έλεγε, τους ζήτησε να τον ακούσουν να παίξει και να τραγουδήσει. Τον άκουσαν, η υποδοχή ήταν θετική και του πρότειναν οι ίδιοι να ηχογραφήσει και έτσι έγινε. Οπότε, ηχογράφησε σε πρώτη εκτέλεση Χιώτη και σαν δεύτερη φωνή Τσιτσάνη (συνοδεύοντας τις Γεωργακοπούλου-Αμπατζή). Οι πληροφορίες που υπάρχουν, τον φέρνουν να έκανε την τελευταία ηχογράφηση το 1954 (μάλλον κρυφά από την οικογένειά του -τόσο από την μάνα του Κυριακή το γένος Ιορδανίδου, όσο και από την γυναίκα του Χριστίνα- με την οποία είχε παντρευτεί το 1953 -που δε συμφωνούσαν αμφότερες με αυτή του την ενασχόληση). Ο ίδιος δε μιλούσε γενικά για αυτή την περίοδο της ζωής του (1939-1954) αλλά όταν το έκανε, διακρινόταν ένα αίσθημα ταυτόχρονα αγάπης έως λατρείας για το τραγούδι (κυρίως το ρεμπέτικο), αλλά και αποστροφής για τον χώρο και τους ανθρώπους του, που γνώρισε (χωρίς ποτέ να έγινε καθαρό σε ποιους αναφερόταν). Είναι αμφίβολο εάν είχε δίκιο, δεδομένου ότι ήταν χαρακτήρας το λιγότερο δύσκολος (με τον ιδιότυπο εγωισμό -έως και την ιδιότυπη αντικοινωνικότητα-, που χαρακτήριζε τους παλιούς σκληρούς ρεμπέτες). 

 

Ο Χαράλαμπος Μαυρίδης με την γυναίκα του Χριστίνα και την μητέρα του Κυριακή

            Ο Χαράλαμπος παίζει και τραγουδάει για την παρέα του (1980)

Αρχόντισσα (Τσιτσάνη)


Θα πάω εκεί στην Αραπιά (Τσιτσάνη)


Χωρίσαμ' ένα δειλινό (Τσιτσάνη)


Μπιρ Αλλάχ (Γιάννη Σταμούλη)


Δεν εμφανίσθηκε ποτέ σε μουσικά "σχήματα" -ακόμη και το διάστημα που είχε δισκογραφική παρουσία- μάλλον λόγω χαρακτήρα, αφού δεν είχε ποτέ κατανοήσει και ασπασθεί τον επαγγελματισμό του χώρου και δεν μπορούσε να προσαρμοσθεί σε φόρμες και κανόνες. Μάλλον ένοιωθε ότι του στερούσαν την ελευθερία του. Λειτουργούσε καλύτερα όταν στις σχόλες του πήγαινε -κατά κανόνα μόνος, ποτέ με την οικογένειά του-, στις παλιές ταβέρνες του Ταύρου (όπου έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του). Εκεί, στήνονταν αυτοσχέδια «γλέντια» με φίλους και μη, με τραγούδι και συνήθως με εκλεκτούς κρεατομεζέδες από τα διπλανά τότε σφαγεία -όχι όμως και απαραίτητα-, αρκεί να υπήρχε καλό βαρελίσιο κρασί. Η υπόγεια ταβέρνα του Τριαντόπουλου και το κουτούκι του Γιδάκου ήταν συνηθισμένα στέκια του. Η διάρκεια και το τέλος αυτών των συνευρέσεων ήταν απροσδιόριστα πράγματα και οπωσδήποτε υπήρχε ρεμπέτικο κλίμα. Συνήθως ο Μαυρίδης Χ. ήταν το επίκεντρο, αφού έπαιζε μπουζούκι και τραγουδούσε εξαιρετικά. Όμως, δεν αρνιόταν και τα οικογενειακά γλέντια ή και με μια τυχαία παρέα, κυριολεκτικά όπου και όποια ώρα και αν γίνονταν -δηλαδή απρογραμμάτιστα (μέχρι και μέσα στο φέρι-μπόουτ για Αίγινα, αναφέρεται ότι έγινε ξαφνικά τρικούβερτο γλέντι στη διαδρομή). Αρκούσε να υπήρχε ένα μπουζούκι ή/και μια κιθάρα. Και αυτό τον ικανοποιούσε ηθικά θα λέγαμε, αφού είχε επίγνωση των ικανοτήτων του και όσοι ζούσαν κοντά του ξέρουν, ότι πάντα σκεφτόταν τι διαφορετική ζωή θα μπορούσε να είχε κάνει, όταν άλλοι με λιγότερα προσόντα από τα δικά του μεσουρανούσαν. Συνήθιζε να αναφέρει δύο περιστατικά με δύο «επώνυμους» του ρεμπέτικου χώρου, γιατί «αποδείκνυαν» κατά την γνώμη του, ότι κάποια ανάμνηση είχε αφήσει πίσω στον κόσμο της δισκογραφίας. Πρώτον, όταν συνάντησε -μαζί με την γυναίκα του- τον Τσιτσάνη μαζί με τον Παπαϊωάννου, στην Κακηβίγλα Σαλαμίνας, περίπου το 1970. Ο Τσιτσάνης τον θυμήθηκε και χαρακτηριστικά του είπε «α, ρε Μαυρίδη». Μάλλον επιβεβαιώθηκε ότι η σχέση τους «τότε παλιά» είχε χαρακτήρα ανταγωνιστικό (κατά τον Μαυρίδη Χ.). Ο πασίγνωστος και σοφότερος  -πανάξια βέβαια- Τσιτσάνης, με τον τρόπο του, εξέφρασε, ίσως, το «κρίμα» που ο Μαυρίδης Χ. δεν εξελίχθηκε. Ας σημειωθεί ότι όλα τα τραγούδια του Τσιτσάνη ο Μαυρίδης Χ. τα αγαπούσε υπερβολικά και τα τραγουδούσε περισσότερο από κάθε άλλου. Τα πιο αγαπημένα του ήταν η «Αρχόντισσα», το «Σαν απόκληρος γυρίζω» και οι «Αραπίνες». Δεύτερο περιστατικό, όταν συνάντησε σε έξοδο  με τη γυναίκα του στα τέλη του 1970 στα Άνω Πετράλωνα τον -τυφλό πια- Μπαγιαντέρα, του οποίου τραγούδι είχε ηχογραφήσει το 1940, έχοντάς τότε τον ίδιο τον Μπαγιαντέρα σαν δεύτερη φωνή. Τον πλησίασε, τον καλησπέρισε και πριν του πει ποιος ήταν, ο Μπαγιαντέρας τον αναγνώρισε από την φωνή του (!!) -έτσι τουλάχιστον έλεγε ο Μαυρίδης Χ.-  και είχαν εγκάρδια συνομιλία.

Εδώ, με την γυναίκα του Χριστίνα

            Ηχογραφήσεις του Χαράλαμπου Μαυρίδη στο σπίτι του

Ναζιάρα σε φωνάζουνε (Μπαγιαντέρα)


Πήρα το δρόμο το στενό (Παπαϊωάννου)


Μάγκα μου συμμορφώσου πια (Τσιτσάνη)


Κόβω μια κλάρα (Παραδοσιακό)


Όσοι τον γνώρισαν από κοντά να παίζει και να τραγουδάει (ακόμη και στα 70 του), διαπίστωσαν ότι η «γκάμα» του και οι τραγουδιστικές του δυνατότητες υπερείχαν πολύ αυτών που φαίνονται στην δισκογραφία που υπάρχει. Δυστυχώς, υπάρχουν ελάχιστες σχετικές ιδιωτικές ηχογραφήσεις, που δεν ανταποκρίνονται στο ταλέντο του και δεν το αποκαλύπτουν. Τα τελευταία 30 χρόνια της ζωής του τα έζησε στην Σαλαμίνα, όπου πέθανε τον Μάιο του 2014. 


Έξοδος στην Πλάκα, με φίλο του, το 1950

Και μία έκπληξη με πολλή συγκίνηση

Μετά τον θάνατο του Χαράλαμπου Μαυρίδη, ανοίχτηκε κάποια στιγμή και το πορτοφόλι του, με άγνωστο για όλους περιεχόμενο. Το σημαντικό που βρέθηκε, ήταν 5 φωτογραφίες τις οποίες η οικογένειά του δεν είχε δει ποτέ! Όχι βέβαια ότι τις έκρυβε ο Χαράλαμπος για κάποιο λόγο... Είμαι ευτυχής που μου τις εμπιστεύτηκε η οικογένεια και που μου επιτρέπει να τις παρουσιάσω και στο κοινό.